Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009

Εχει μέλλον η πρωτεύουσα, κυρία Μπιρμπίλη;

Με αφορμή την εκτέλεση μεγάλων δημοσίων έργων στην Αθήνα και ευρύτερα στην Αττική από την πρώτη κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή, είχαν γίνει στη Βουλή το 1957 και το 1958 έντονες συζητήσεις για το πρόβλημα της πρωτεύουσας, που δημιουργήθηκε με την άναρχη δόμηση και την υπερβολική συγκέντρωση πληθυσμού, ο οποίος με τον πόλεμο και τον εμφύλιο εγκατέλειψε την επαρχία και κατέφυγε στα αστικά κέντρα.

Μιλώντας στη Βουλή στις 13 Φεβρουαρίου 1958 ο βουλευτής Θ. Χαβίνης είπε: Κύριοι βουλευτές, η πόλις των Αθηνών, ως πρωτεύουσα του ελληνικού Εθνους, θα έπρεπε να είναι ανταξία του ιστορικού της μεγαλείου. Δυστυχώς, η εμφάνισις της πόλεως των Αθηνών είναι αθλιεστάτη. Οταν το 1918, αν δεν απατώμαι, ο Ελευθέριος Βενιζέλος εκάλεσε τον μεγάλον πολεοδόμον Εμπράρ να είπη την γνώμην του πώς πρέπει να γίνει το σχέδιον της πόλεως των Αθηνών, ο Εμπράρ, αφού περιήλθε την πόλιν, ανήλθεν εις την Ακρόπολιν, εις τον Λυκαβηττόν κ.τ.λ., απήντησεν εις τον Ελευθέριον Βενιζέλον: «Κύριε πρόεδρε, αι Αθήναι δεν είναι δυνατόν να γίνουν πόλις. Είναι αξιοθρήνητον άθροισμα συνοικισμών».

Ο μεγάλος Γάλλος πολεοδόμος Ερνέστ Εμπράρ, με σχέδια του οποίου ανοικοδομήθηκε η Θεσσαλονίκη μετά την πυρκαγιά του 1917, έκανε αυτήν τη διαπίστωση, όταν ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας ήταν περίπου 5 εκατ. και της Αττικής γύρω στο 1 εκατ. Τις επόμενες δεκαετίες δέχθηκε κύματα προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής, του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου. Με την εσωτερική μετανάστευση το πολεοδομικό συγκρότημα της πρωτεύουσας έφθασε να έχει το 1961 πληθυσμό 1.852.000, το 1971 έφτασε τα 2.540.000, το 1981 τα 3.027.000 και σήμερα έχει συγκεντρώσει τον μισό πληθυσμό της χώρας, δηλαδή πάνω από 4 εκατ. κατοίκους. Το 1957 και 1958, όταν γίνονταν οι συζητήσεις στη Βουλή και χαρακτηριζόταν «αθλιεστάτη» η εικόνα της πρωτεύουσας, ο πληθυσμός της μόλις ξεπερνούσε το 1.500.000 και με το υπόλοιπο Αττικής δεν ξεπερνούσε τα 2 εκατ.

Πώς θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σήμερα, 50 χρόνια μετά, η εικόνα της Αθήνας και ευρύτερα της Αττικής, την οποία θέλει να αλλάξει η υπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Πράσινης Ανάπτυξης κυρία Τίνα Μπιρμπίλη; Δήλωσε την περασμένη εβδομάδα η υπουργός ότι επανεξετάζεται το Ρυθμιστικό Σχέδιο της Αττικής και επισήμανε: «Πρώτα πρέπει να σχεδιαστεί το μέλλον της Αττικής και μετά οι οδικοί άξονες». Προφανώς εννοούσε τους οδικούς άξονες, την κατασκευή των οποίων είχε προγραμματίσει ο απελθών υπουργός ΠΕΧΩΔΕ κ. Γιώργος Σουφλιάς. Το κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να απασχολήσει την υπουργό είναι: Εχει μέλλον η Αττική, έτσι όπως την κατάντησε η πολεοδομική αναρχία, η αυθαιρεσία, η ληστρική εκμετάλλευση της γης, η καταστροφή του περιβάλλοντος από τους καταπατητές, αλλά και από το ίδιο το κράτος;

Η Αττική δεν έχει μέλλον και τίποτε δεν μπορεί να διορθωθεί, αν δεν γίνουν δραστικές επεμβάσεις αποσυμφόρησης. Είναι ώρα, επιτέλους, να εφαρμοστεί μια πολιτική αποκέντρωσης, δηλαδή να φύγουν στην επαρχία λειτουργίες, δραστηριότητες και πληθυσμός. Δεν θα πρέπει, βεβαίως, να επαναληφθεί η κοροϊδία τής δήθεν αποκέντρωσης με τη μεταφορά βιομηχανιών εκτός Αττικής στα σύνορα με τους γειτονικούς νομούς. Μπορεί να θεωρηθεί αποκέντρωση η δημιουργία της βιομηχανικής ζώνης στα Οινόφυτα της Βοιωτίας; Αυτή η άθλια λύση δημιούργησε τεράστια περιβαλλοντικά προβλήματα και συμφόρηση στον οδικό άξονα που συνδέει τα Οινόφυτα με την Αθήνα, διότι οι εργαζόμενοι στη βιομηχανική ζώνη δεν εγκατέλειψαν την Αθήνα.

Από το 1950, αμέσως μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, είχε τεθεί, αλλά χωρίς μελέτη, θέμα πληθυσμιακής αποσυμφόρησης της Αθήνας. Ακούγονταν, μάλιστα, στη Βουλή έως και παράλογες προτάσεις, όπως αυτή του βουλευτή Ε. Παπαδογιάννη, ο οποίος στις 16 Μαΐου 1950 υποστηρίζοντας σχετικό νομοσχέδιο είχε πει: «Εμελετήθη το ζήτημα της αποσυμφορήσεως της πόλεως των Αθηνών και του Πειραιώς, το οποίον αποτελεί το μεγαλύτερον κακόν που ημπορεί να φαντασθεί κανείς, ώστε να ασκηθεί μία πίεσις εις εκείνους, οι οποίοι παραμένουν εις τας Αθήνας, διά να επανέλθουν εις τας επαρχίας των» και κατέληξε: «Νομίζω ότι ψηφιζομένου του νομοθετήματος τούτου θα ήτο δυνατόν να θεσπιστούν διατάξεις τινές, διά των οποίων να πειθαναγκαστούν οι άνθρωποι αυτοί να επανέλθουν εις τας επαρχίας των». Να πειθαναγκαστούν να επιστρέψουν οι πρόσφυγες του πολέμου στη ρημαγμένη επαρχία, η οποία είχε εγκαταλειφθεί από το κράτος; Ούτε τότε, όμως, ούτε και αργότερα έως σήμερα σχεδιάστηκε και εφαρμόστηκε μία πολιτική ανάπτυξης της επαρχίας.

Ακούγονταν, όμως, στη Βουλή και συνετές, σοβαρές φωνές, που έθεταν το πρόβλημα και διατύπωναν αξιόπιστες προτάσεις. Ο βουλευτής της ΕΔΑ καθηγητής του Πολυτεχνείου Νικ. Κιτσίκης με ομιλία του στη Βουλή στις 11 Απριλίου 1957 περιέγραφε την τότε κατάσταση στην Αθήνα, επεσήμαινε ότι «σπαταλώνται χρήματα δι' έργα χωρίς μελέτας» και υπογράμμιζε: «Αυτά συμβαίνουν διότι δεν υπάρχει προγραμματισμός και σχεδιοποίησις εις την εκτέλεσιν δημοσίων έργων και εν προκειμένω εις τα έργα της αναμορφώσεως των Αθηνών.

Το φοβερότερον πολεοδομικόν πρόβλημα διά τας Αθήνας είναι η τεραστία έκτασις την οποίαν καταλαμβάνει η πόλις από Υμηττού έως το Αιγάλεω και η αυθαίρετος ανοικοδόμησις οικιών εκτός σχεδίου. Βεβαίως το κράτος δεν είναι δυνατόν να αρνείται στη φτωχολογιά το δικαίωμα να εξασφαλίσει μίαν στέγην, όταν δεν είναι εις θέσιν να λύσει ριζικώς το πρόβλημα της λαϊκής κατοικίας».

Ολοι όσοι είχαν μελετήσει το πρόβλημα της Αθήνας έβρισκαν ως μόνη λύση την ουσιαστική αποκέντρωση. Με αγόρευσή του στις 22 Φεβρουαρίου 1961 στη Βουλή ο Γεώργιος Μαύρος είχε κάνει μία αναλυτική και ολοκληρωμένη πρόταση για την αποκέντρωση, υπογραμμίζοντας: «Διά να υπάρξει αποκέντρωσις, προϋποτίθεται μία επανεξέτασις της διοικητικής διαιρέσεως της χώρας. Ο νομός και η ανωτάτη διοικητική μονάς έχουν αποτύχει. Είναι μικρά.

Υπάρχει ανάγκη να διαιρεθεί η χώρα εις μείζονα διαμερίσματα, 6-10, καθοριζόμενα με κριτήρια πληθυσμιακά και γεωοικονομικά, διαμερίσματα με αρμοδιότητας, με εξουσίας, με τα οικονομικά μέσα, διά να δυνηθούν να εφαρμόσουν περιφερειακά προγράμματα οικονομικής αναπτύξεως. Εις την πρωτεύουσαν ενός συγχρόνου κράτους συγκεντρούνται μόνον αι επιτελικαί υπηρεσίαι και ουδέποτε και εκτελεστικαί».

Ιδέες και προτάσεις υπάρχουν, όπως υπάρχει και επιστημονικό δυναμικό, το οποίο μπορεί να σχεδιάσει το μέλλον της άμοιρης πρωτεύουσας, που κυριολεκτικά έχει καταλάβει -και καταστρέψει- ολόκληρη την Αττική. Χρειάζεται πολιτική βούληση για να γίνουν πράξη τα οράματα της κυρίας Τίνας Μπιρμπίλη. Χρειάζεται, προπαντός, σύγκρουση με συμφέροντα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου